Συνθήκη της Λισαβόνας 

Η ΔΚΔ που ήταν αρμόδια για την κατάρτιση μιας Ευρωπαϊκής Μεταρρυθμιστικής Συνθήκης ξεκίνησε τις εργασίες της στη Λισαβόνα στις 23 Ιουλίου 2007 (εκπρόσωποι του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου: Elmar Brok, Enrique Barón Crespo και Andrew Duff). Το κείμενο της Συνθήκης εγκρίθηκε κατά τη διάρκεια συνάντησης των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων στη Λισαβόνα στις 18-19 Οκτωβρίου 2007. Η Συνθήκη της Λισαβόνας υπογράφηκε παρουσία του Προέδρου του ΕΚ, Hans-Gert Pöttering, στις 13 Δεκεμβρίου 2007, μετά την πανηγυρική διακήρυξη του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Κοινοβούλιο από τους Προέδρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της Επιτροπής και του Συμβουλίου.

Έως τις 19 Φεβρουαρίου 2008, η Συνθήκη της Λισαβόνας είχε εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (έκθεση Corbett/Méndez de Vigo). Σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, το Κοινοβούλιο έχει το δικαίωμα να διορίζει τον Πρόεδρο της Επιτροπής, βάσει πρότασης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, η οποία πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα αποτελέσματα των εκλογών για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η διαδικασία συναπόφασης διευρύνεται περαιτέρω, ώστε να συμπεριλάβει νέους τομείς, και πρόκειται να μετονομαστεί σε «συνήθη νομοθετική διαδικασία».

Υπογραφή της Συνθήκης της Λισαβόνας 

Πλην ολίγων εξαιρέσεων, η Συνθήκη θέτει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ως νομοθέτη, σε ισότιμη βάση με το Συμβούλιο σε τομείς στους οποίους κατά το παρελθόν αυτό δεν ίσχυε, ιδίως δε στον καθορισμό του προϋπολογισμού της ΕΕ (το Κοινοβούλιο απολαμβάνει πλήρη ισότητα), στην αγροτική πολιτική και στον τομέα της Δικαιοσύνης και των Εσωτερικών Υποθέσεων.

Η Συνθήκη της Λισαβόνας, ετέθη σε ισχύ την 1η Δεκεμβρίου 2009 αφού πρώτα επικυρώθηκε από το σύνολο των 27 κρατών μελών.

  • Υπογραφή: Λισαβόνα (Πορτογαλία), 13 Δεκεμβρίου 2007
  • Έναρξη ισχύος: την 1η Δεκεμβρίου 2009